νταουλόξυλα

νταουλόξυλα
τα
μουσ. τα δύο ξύλα με τα οποία παίζεται το νταούλι και από τα οποία το ξύλο τού αριστερού χεριού λέγεται βέργα ή βίτσα και είναι πολύ λεπτό και ελαφρύ, ενώ τού δεξιού χεριού, ο τυμπανοκρούστης, λέγεται κόπανος και είναι πιο χοντρό και πιο βαρύ και κατασκευάζεται σε διάφορα σχήματα και διαστάσεις.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • νταουλόβεργες — οι τα νταουλόξυλα, τα ξύλα με τα οποία παίζεται το νταούλι …   Dictionary of Greek

  • νταούλι — Λαϊκό μεμβρανόφωνο κρουστό μουσικό όργανο, κυρίως της ηπειρωτικής Ελλάδας. Το ν. είναι λέξη τούρκικη, αντίστοιχη της ελληνικής τύμπανο. Η ποικιλία των κρουστών αυτών οργάνων είναι μεγάλη και ο κάθε τύπος διαφέρει σε μέγεθος καθώς και στην ύλη που …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”